Πριν γεννηθείς είχε ήδη καθοριστεί το επώνυμό σου.
Με τη γέννησή σου καθορίστηκε η Ιθαγένεια και η Υπηκοότητά σου.
Λίγους μήνες μετά απόκτησες και το όνομά σου μαζί με το θρήσκευμα που θα σε στιγμάτιζε για όλη σου τη ζωή.
Αργότερα σε έστειλαν στο Νηπιαγωγείο, οπότε και έμαθες να ξυπνάς στις 7:30 και να σωπαίνεις μέσα στην τάξη.
Μετά, στο Δημοτικό και αργότερα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, σου μάθανε να παπαγαλίζεις την επίσημη εκδοχή του Κράτους γύρω από την Ιστορία και το επίσημο δόγμα της Εκκλησίας σχετικά με τη Θεολογία.
Για χρόνια πηδούσες τα κάγκελα του σχολείου τ’ απογεύματα για να παίξεις μπάλα με τους φίλους σου. Η κλειδωμένη εξώπορτα ήταν για να το προστατέψουν από εσένα.
Στα 16 σου έπρεπε να αποφασίσεις τι θα κάνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου. Γι’ αυτό έπρεπε πρώτα να στερηθείς το χρόνο σου, το παιχνίδι και τους φίλους σου.
Για τουλάχιστον ένα χρόνο σχολούσες από το σχολείο για να πας μετά από λίγο στο φροντιστήριο.
Μετά σου ανακοινώθηκε πως πέρασες σε μία σχολή, όπου θα μάθαινες να παπαγαλίζεις κι άλλο.
Μετά στο Στρατό, για περίπου ένα χρόνο έπρεπε να καθαρίζεις τουαλέτες, να φυλάς σκοπιά και να υπακούς οποιαδήποτε διαταγή. Ευτυχώς όμως έμαθες να πολεμάς τον εχθρό που σε δίδαξαν στο Σχολείο.
Αργότερα γνώρισες τον άνθρωπο με τον οποίο θα έκανες κι εσύ με τη σειρά σου Οικογένεια.
Έτσι, όταν έγινες κι εσύ γονέας, έδωσες στο παιδί σου το όνομα και το θρήσκευμα που είθισται.
Έγραψες το παιδί σου στο Σχολείο όπου θα μάθαινε τα ίδια πράγματα με ‘σένα.
Κάποια στιγμή γύρισες πίσω και συνειδητοποίησες πως δεν έκανες ούτε ένα από τα μεγάλα ταξίδια που ονειρευόσουν και πως ο πρώτος σου Έρωτας έχει γεράσει στο πλαί κάποιου άλλου.
Κι εσύ, το μόνο που έμεινε να θυμάσαι είναι οι λίγες στιγμές Ελευθερίας.
Γιατί τελικά σ’ αυτόν τον κόσμο, ελεύθεροι είμαστε μόνο όταν ερωτευόμαστε, όταν αντιστεκόμαστε κι όταν πεθαίνουμε.
Και για ‘σένα το μόνο που έμεινε πια είναι να πεθάνεις. Γιατί τη ζωή σου τη σπατάλησες σε άσκοπους κανόνες που σου επιβλήθηκαν.
Και τους έμαθες τόσο καλά, που ακόμη και τώρα σου φαίνεται αδιανόητο να ζήσεις χωρίς αυτούς.
Κι είναι πράγματι τόσο δύσκολο να παραδεχτείς πως έζησες μια ζωή φυλακισμένος, γιατί είναι πιο εύκολο να αποδεχτείς πως η υπερβολική σου Ελευθερία θα σε έκανε άνθρωπο ανήθικο.
ΠΗΓΗ
Με τη γέννησή σου καθορίστηκε η Ιθαγένεια και η Υπηκοότητά σου.
Λίγους μήνες μετά απόκτησες και το όνομά σου μαζί με το θρήσκευμα που θα σε στιγμάτιζε για όλη σου τη ζωή.
Αργότερα σε έστειλαν στο Νηπιαγωγείο, οπότε και έμαθες να ξυπνάς στις 7:30 και να σωπαίνεις μέσα στην τάξη.
Μετά, στο Δημοτικό και αργότερα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο, σου μάθανε να παπαγαλίζεις την επίσημη εκδοχή του Κράτους γύρω από την Ιστορία και το επίσημο δόγμα της Εκκλησίας σχετικά με τη Θεολογία.
Για χρόνια πηδούσες τα κάγκελα του σχολείου τ’ απογεύματα για να παίξεις μπάλα με τους φίλους σου. Η κλειδωμένη εξώπορτα ήταν για να το προστατέψουν από εσένα.
Στα 16 σου έπρεπε να αποφασίσεις τι θα κάνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου. Γι’ αυτό έπρεπε πρώτα να στερηθείς το χρόνο σου, το παιχνίδι και τους φίλους σου.
Για τουλάχιστον ένα χρόνο σχολούσες από το σχολείο για να πας μετά από λίγο στο φροντιστήριο.
Μετά σου ανακοινώθηκε πως πέρασες σε μία σχολή, όπου θα μάθαινες να παπαγαλίζεις κι άλλο.
Μετά στο Στρατό, για περίπου ένα χρόνο έπρεπε να καθαρίζεις τουαλέτες, να φυλάς σκοπιά και να υπακούς οποιαδήποτε διαταγή. Ευτυχώς όμως έμαθες να πολεμάς τον εχθρό που σε δίδαξαν στο Σχολείο.
Αργότερα γνώρισες τον άνθρωπο με τον οποίο θα έκανες κι εσύ με τη σειρά σου Οικογένεια.
Έτσι, όταν έγινες κι εσύ γονέας, έδωσες στο παιδί σου το όνομα και το θρήσκευμα που είθισται.
Έγραψες το παιδί σου στο Σχολείο όπου θα μάθαινε τα ίδια πράγματα με ‘σένα.
Τα χρόνια πέρασαν κι εσύ δεν πραγματοποίησες ποτέ το παιδικό σου όνειρο, παρά μόνο αναλώθηκες σε ό,τι σου απέφερε χρήματα για να ζήσεις την οικογένειά σου.
Κάποια στιγμή γύρισες πίσω και συνειδητοποίησες πως δεν έκανες ούτε ένα από τα μεγάλα ταξίδια που ονειρευόσουν και πως ο πρώτος σου Έρωτας έχει γεράσει στο πλαί κάποιου άλλου.
Κι εσύ, το μόνο που έμεινε να θυμάσαι είναι οι λίγες στιγμές Ελευθερίας.
Γιατί τελικά σ’ αυτόν τον κόσμο, ελεύθεροι είμαστε μόνο όταν ερωτευόμαστε, όταν αντιστεκόμαστε κι όταν πεθαίνουμε.
Και για ‘σένα το μόνο που έμεινε πια είναι να πεθάνεις. Γιατί τη ζωή σου τη σπατάλησες σε άσκοπους κανόνες που σου επιβλήθηκαν.
Και τους έμαθες τόσο καλά, που ακόμη και τώρα σου φαίνεται αδιανόητο να ζήσεις χωρίς αυτούς.
Κι είναι πράγματι τόσο δύσκολο να παραδεχτείς πως έζησες μια ζωή φυλακισμένος, γιατί είναι πιο εύκολο να αποδεχτείς πως η υπερβολική σου Ελευθερία θα σε έκανε άνθρωπο ανήθικο.
Πες μου όμως στ’ αλήθεια… πιστεύεις πως έζησες ποτέ ελεύθερος;
Αλήθεια.ΠΗΓΗ
Αν οι ευθύνες που περιγράφεις σε καταπιέζουν μπορείς να γίνεις ο βιογράφος της παιδοκτόνου μητέρας -και αυτή φαντάζομαι το ίδιο σκέφτηκε. Αυτό που περιγράφεις φίλε μου με τόσο θράσσος και τόνους αυθεντίας -ίδιον του αριστερού χώρου- είναι η δειλία σου και τίποτε άλλο. Μάλλον μπέρδεψες το καθήκον και το φιλότιμο με την καταπίεση γιατί δεν έμαθες ποτέ να σκέφτεσαι έξω από το κουτί. Το πνεύμα μπορεί να ταξιδεύει νοητά και δεν περιορίζεται σε σχολικές αίθουσες. Ίσως ένα ταξίδι στο Αγιο Όρος να βοηθήσει, και μερικές κουβέντες με τους μοναχούς που σκλαβώνονται στις σπηλιές και τα μοναστήρια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίσαι άξιος συγχαρητηρίων και ίσως αυτουργός και μερικών αυτοκτονιών αφού κατάφερες και σε μερικές αράδες ισοπέδωσες την ανθρώπινη εξέλιξη -αυτή την ελάχιστη αλλά υπαρκτή. Μπέρδεψες την ησυχία με την ασκεψία -σαν τυπικός αριστερός πρέπει να φωνάζεις αυτά που σκέφτεσαι για να καλύπτεις τις σκέψεις των άλλων.
Αν αισθάνεσαι τόσο ελεύθερος, μην σε καταπιέζει η ανάγκη να μας ανοίξεις τα μάτια, οτι είναι να γίνει θα γίνει.
Πως σου φαίνεται αυτό για απόφθευγμα ελευθερίας?