ΔΕΙΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ....μας. Μπορεί να κρυφακούσει όλους τους ηλεκτρονικούς μας ψιθύρους. Τα τηλέφωνά μας μπορούν να υποκλαπούν. Η ηλεκτρονική μας αλληλογραφία (e-mail) να διαβαστεί. Το ίδιο και τα fax ή τα telex μας. Κάθε είδους ηλεκτρονική επικοινωνία μας μπορεί να παρακολουθηθεί.Ο έλεγχος του πλανήτη εξαρτάται άμεσα από τον έλεγχο της τεράστιας ροής των πληροφοριών, που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι στις καθημερινές τους επικοινωνίες. Ένα από τα πιο ισχυρά όπλα της Αμερικης είναι η δυνατότητά της να παρακολουθεί κάθε στιγμή όλα τα δεδομένα που διακινούνται στον πλανήτη μας. Και μάλιστα όχι μόνον να τα παρακολουθεί, αλλά να διαχωρίζει αυτόματα τις άχρηστες πληροφορίες (infojunk) από τις χρήσιμες, και να επεξεργάζεται και να αποθηκεύει τις δεύτερες.
Οι χώρες που εμπλέκονται σ’ αυτή την παγκόσμια υποκλοπή είναι οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Μεγάλη Βρετανία, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία, δηλαδή το λεγόμενο «αγγλοσαξονικό μπλοκ».Αντίθετα με αρκετά ηλεκτρονικά κατασκοπευτικά συστήματα, τα οποία αναπτύχθηκαν κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, το Echelon σχεδιάστηκε εξ αρχής για μη στρατιωτικούς στόχους. Το σύστημα του Echelon περιλαμβάνει ένα δίκτυο σταθμών υποκλοπής, δορυφόρους παρακολούθησης, επίγεια δίκτυα τηλεπικοινωνιών και άλλες ασύρματες επικοινωνίες – όλα οργανικά συνδεδεμένα μεταξύ τους. Σε κάθε σταθμό του δικτύου υπάρχουν ταχύτατοι υπολογιστές που αναζητούν ανάμεσα σε εκατομμύρια υποκλεμμένα μηνύματα εκείνα τα οποία περιέχουν ορισμένες προεπιλεγμένες λέξεις-κλειδιά. Αυτές είναι συνήθως ονόματα, αρχικά, γεωγραφικές ονομασίες, συντομογραφίες, «ζωτικά» θέματα και «ύποπτες» φράσεις. Όταν μια προεπιλεγμένη λέξη εντοπιστεί, με τεχνικές αναγνώρισης φωνής (VOR) ή χαρακτήρων (OCR), τότε καταγράφεται αυτομάτως ολόκληρη η συνομιλία. Κατόπιν τα δεδομένα επεξεργάζονται από συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και στη συνέχεια από ειδικούς αναλυτές, οι οποίοι αποφασίζουν και την προώθηση των πληροφοριών που αλίευσαν στους κατάλληλους αποδέκτες.Οι βάσεις για τη δημιουργία του Echelon ετέθησαν αμέσως μετά το τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Το 1947 οι ΗΠΑ και η Μεγάλη Βρετανία συμφώνησαν από κοινού στην εκμετάλλευση των δεδομένων που προέρχονταν από την υποκλοπή των ηλεκτρονικών επικοινωνιών . Για το σκοπό αυτό υπέγραψαν τον Ιούνιο του 1948 τη μυστική συμφωνία (UK-USA), στην οποία προσχώρησαν στη συνέχεια και οι υπόλοιπες αγγλόφωνες χώρες (Καναδάς, Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία), ενώ αργότερα κι άλλες χώρες, όπως η Γερμανία, η Τουρκία, η Δανία και η Νορβηγία, υπέγραψαν συμφωνίες «ανταλλαγής πληροφοριών».Η τοποθεσία του κάθε επίγειου σταθμού υποκλοπής δεδομένων επιλέχθηκε έτσι ώστε να μπορεί άνετα να υποκλέπτει σήματα από συγκεκριμένους δορυφόρους και γι’ αυτό προτιμήθηκαν θέσεις σε μικρή απόσταση από τις βάσεις των ραντάρ που επικοινωνούν «νόμιμα» με τους δορυφόρους. Αυτοί οι επίγειοι σταθμοί παρακολούθησης άρχισαν να χρησιμοποιούν και το δίκτυο κατασκοπευτικών δορυφόρων Vortex, που δημιούργησε η NSA τη δεκαετία του 1970. Την ίδια δεκαετία, επειδή οι πρώτοι τηλεπικοινωνιακοί δορυφόροι διαχειρίζονταν ταυτόχρονα μόλις 4.000 συνδιαλέξεις, απαιτούνταν μόνον δύο σταθμοί για την υποκλοπή όλων των τηλεπικοινωνιών: ο ένας βρισκόταν στο Yakima (Σίατλ των ΗΠΑ) και ο άλλος στο Morwenstow (δυτική Αγγλία).Μέχρι σχετικά πρόσφατα κανείς δεν ήταν σε θέση να συγκεντρώσει αρκετές αποδείξεις για την ύπαρξη του Echelon. Για καιρό υπήρχαν μόνο ενδείξεις από τα αποτελέσματα της δράσης του δικτύου, κυρίως στο ζήτημα της βιομηχανικής κατασκοπείας και στη σύναψη εμπορικών συμφωνιών. Η ύπαρξη του Echelon είδε για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας στις 12 Αυγούστου του 1988 από τον Βρετανό ερευνητή Duncan Campbell. Το ζήτημα επανήλθε στην επικαιρότητα το 1996, όταν ο Νεοζηλανδός δημοσιογράφος Nicky Hagger παρουσίασε στο βιβλίο του Secret Power την εμπλοκή της πατρίδας του σ’ αυτό το αμφιλεγόμενο σχέδιο. Το Μάρτιο του 2000 ο James Woolsey, πρώην διευθυντής της CIA, παραδέχθηκε πως η χώρα του υποκλέπτει απόρρητες πληροφορίες οικονομικής φύσης από την Ευρώπη, χρησιμοποιώντας την «κατασκοπία, με επικοινωνίες και αναγνωριστικούς δορυφόρους», δηλαδή τις υπηρεσίες του Echelon. Την επομένη ο Γάλλος υπουργός Βιομηχανίας Κριστιάν Περέ εξαπέλυσε δριμύτατες κατηγορίες κατά των ΗΠΑ για κλοπή οικονομικών και αμυντικών πληροφοριών της χώρας του, που οδηγούν σε αθέμιτο ανταγωνισμό.Ο μεγαλύτερος θόρυβος πάντως δημιουργήθηκε την άνοιξη του 2000 στην Ευρώπη όταν μια έκθεση της επιτροπής δικαιωμάτων του Ευρωκοινοβουλίου κατήγγειλε πως «όλα τα τηλέφωνα, fax και e-mail μέσα στην Eυρώπη παρακολουθούνται συνεχώς από την NSA των HΠA, μεταφέροντας όλες τις ενδιαφέρουσες πληροφορίες από τον ευρωπαϊκό χώρο στο αρχηγείο της». Ο Βρετανός ευρωβουλευτής Γκλιν Φορντ, αφού απέρριψε τις κατηγορίες περί «αγγλοσαξονικής συμπαιγνίας», δήλωσε: «Όταν παρακολουθούνται τρομοκρατικές οργανώσεις ή λαθρέμποροι ναρκωτικών, πρόβλημα δεν υπάρχει. Όταν όμως παρακολουθείται η Διεθνής Αμνηστία ή η Greenpeace δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά». Από την πλευρά τους Έλληνες ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων χαρακτήρισαν το Echelon ως ένα «σκάνδαλο μαζικής παραβίασης των ανθρώπινων δικαιωμάτων και των κανόνων της δημοκρατίας».